Ένας από τους μεγαλύτερους λυράρηδες της Κρήτης, ο Λεωνίδας Κλάδος, έφυγε από τη ζωή σήμερα 12 Νοεμβρίου σε ηλικία 86 ετών. Η κηδεία θα γίνει το Σάββατο 13 Νοεμβρίου στις Μοίρες Ηρακλείου, στις 14:00 το μεσημέρι.
Ο Λεωνίδας Κλάδος γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1925 στα Πλατάνια Αμαρίου. Ήταν γιος του Δημήτρη Κλάδου κτηνοτρόφου από τα Λειβάδια Μυλοποτάμου. Μητέρα του ήταν η Χρυσή Ανδρέου Λίτινα. Έμειναν και έζησαν στα Πλατάνια αποκτώντας 8 παιδιά εκ των οποίων το δεύτερο ήταν ο Λεωνίδας.
Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο Πλατανίων, αλλά λόγω έλλειψης δασκάλου παρακολούθησε μαθήματα και σε άλλα δημοτικά της γύρω περιοχής μεταξύ αυτών και αυτό του Μοναστηρακίου. Ήταν εξαίρετος μαθητής, λόγω όμως οικονομικών δυσχερειών δεν προχώρησε στα γράμματα. Οι γονείς του τον προέτρεψαν και πήγε να μάθει την τέχνη του τσαγκάρη στο Βυζάρι στου Κούνουπα του Στεφανή, όπου πηγαινοερχόταν για τρία χρόνια.
Σαν παιδί βοηθούσε στην εκκλησία και ήταν δίπλα στον παππού του από τις Λαμπιώτες Παπα-Γιάννη Σιγανό, ο οποίος διέκρινε από πολύ νωρίς τις μουσικές και φωνητικές ικανότητες του Λεωνίδα και τον προώθησε στο ψαλτήρι. Έτσι λοιπόν η εκκλησία υπήρξε ένα από τα πρώτα του βιώματα, όσον αφορά το χώρο της μουσικής. Ένας άλλος μεγάλος δάσκαλος στη μουσική για το Λεωνίδα ήταν ο θρυλικός Κουρούπης από το γειτονικό Μέρωνα που τον βοήθησε στα πρώτα του βήματα.
Το 1941, όταν κατέκτησαν οι Γερμανοί την Κρήτη, τον βρίσκει με πολλές άλλες οικογένειες στις σπηλιές του Ψηλορείτη. Εκεί ο θείος του Μανώλης Λίτινας ασχολείται με διάφορα ξυλόγλυπτα και μεταξύ αυτών φτιάχνει και μία λύρα από ασφένταμο. Τα παιδιά την περιεργαζόταν και την άφηναν, όμως ο Λεωνίδας ανυπομονούσε να ακούσει τους πρώτους ήχους:
“σε 17 ημέρες έμαθα να κουρδίζω και σε 28 ακούστηκαν οι πρώτοι σκοποί στις κορυφές του Ψηλορείτη. Έπαιζα και τραγουδούσα συνέχεια”.
Κατά την περίοδο της Γερμανικής κατοχής έβλεπε τα πρόβατα και έπαιζε και λύρα στα χωριά της περιοχής, ενώ στον Οψιγιά στο καφενείο Πικαντίλι, διασκέδαζαν τακτικά πολλοί μερακλήδες και χορευτές της επαρχίας που με την παρακίνηση τους έγινε σήμερα επώνυμος καλλιτέχνης.
Στα πρώτα του βήματα σημαντικό ρόλο έπαιζαν οι λυράρηδες της περιοχής ιδιαιτέρως ο Κουρούπης από το Μέρωνα και ο Καπαρός ο Λευτέρης από το Άνω Μέρος οι οποίοι κατά τον Κλάδο έπαιζαν σωστά και μελετημένα. Παράλληλα στο χώρο της Κρητικής μουσικής έκανε τα πρώτα του βήματα και ένας άλλος μεγάλος Αμαριώτης καλλιτέχνης ο Ροδάμανθος Ανδρουλάκης. Συχνά βρισκόντουσαν στον Οψυγιά οπού μαζί “τελειοποιούσαν” το παίξιμο τους γι’ αυτό και παρατηρεί κανείς κοινά στοιχεία.
Παρά την αντίδραση των γονιών του να γίνει επαγγελματίας λυράρης εκείνος είχε ήδη πάρει το βάπτισμα, τίποτα δεν μπορούσε να τον σταματήσει από τη λύρα του. Όπου γλέντι, γάμος, βαπτίσεις νάσου και ο Λεωνίδας να μαγεύει τους πάντες με τις κοντιλιές του. Από το 1945 έως το 1947 παίζει στο Ρέθυμνο κάθε βράδυ στο ζαχαροπλαστείο του Κλαψινού, όπου προωθείται από το πασίγνωστο λαγουτιέρη Μπαξεβάνη και πλέον γίνεται γνωστός σε όλο το νομό.
Το 1947 κατατάσσεται στο στρατό, όπου υπηρετεί για 29 μήνες. Επιστρέφοντας συνεχίζει και συνεργάζεται πάντα με κορυφαίους λαγουτιέρηδες Μαρκογιαννάκη, Κοτσιφό, Παχουντάκη και τον Στ. Φουσταλιέρη. Ταυτόχρονα γνωρίζεται με τους κορυφαίους λυράρηδες Λαγό, Καρεκλά, Σκορδαλό, Καλογρίδη.
Το 1947 κατατάσσεται στο στρατό, όπου υπηρετεί για 29 μήνες. Επιστρέφοντας συνεχίζει και συνεργάζεται πάντα με κορυφαίους λαγουτιέρηδες Μαρκογιαννάκη, Κοτσιφό, Παχουντάκη και τον Στ. Φουσταλιέρη. Ταυτόχρονα γνωρίζεται με τους κορυφαίους λυράρηδες Λαγό, Καρεκλά, Σκορδαλό, Καλογρίδη.
Η φήμη του γρήγορα ξεπερνά τα όρια του νομού. Το Φεβρουάριο του 1951 βρίσκεται στη Μεσσαρά, όπου γίνεται δεκτός με ενθουσιασμό και αγάπη στις διάφορες εκδηλώσεις της περιοχής. Συχνά έπαιζε στο καφενείο του Μιχάλη Τζωρτζάκη στη πλατεία των Μοιρών, όπου γνωρίστηκε με την κόρη του την Κλειώ. Παντρεύονται το 1953 και αποκτούν 2 γιούς και 2 κόρες. Σήμερα έχουν 8 εγγόνια. Από τη χρονική περίοδο αυτή γίνεται μόνιμος κάτοικος Μοιρών, όπου ο κόσμος τον αγκαλιάζει ως γνήσιο Μεσσαρίτη και ο ίδιος ανταποκρίνεται.
πηγή:rethemnos.gr
1 σχόλιο:
Eφυγε ο Κλαδος μα κλαδια αφηκε και κλωναρια για να πατουνε οι γενιες,στις μουσικης τα χναρια...
Λενε πως οι Αθανατες, ψυχες ποτε δε φευγουν,μονο πομενουνε κοντα στους ζωντανους να φεγκουν...
Κορνηλακης Νικος Δαφνες....
Δημοσίευση σχολίου